Λογοτεχνία -- Τέχνη -- Τυπογραφία -- Ιστορία

31 Δεκ 2021

Για την «Πραγματογνωσία» του Ν. Γ. Πεντζίκη

Πριν ακόμη διαβάσω έργα του Ν.Γ. Πεντζίκη πιο συστηματικά, είχα την ευκαιρία να συναντήσω τον πεζογράφο και να τον ρωτήσω ποιο θεωρεί καλύτερο βιβλίο του. Χωρίς δεύτερη σκέψη, μου είπε: «Την Πραγματογνωσία». Και μου εξήγησε ότι ο τίτλος οφειλόταν στο όνομα του μαθήματος που διδάσκονταν στις αρχές του εικοστού αιώνα οι μαθητές των ελληνικών σχολείων. Ένα μάθημα που ήταν το αγαπημένο του, αν και ο ίδιος έλαβε εκπαίδευση κυρίως στο σπίτι, όπως και η αδελφή του Χρυσούλα Αργυριάδου-Πεντζίκη, η γνωστή ποιήτρια Ζωή Καρέλλη.

Η συγγραφή της Πραγματογνωσίας ολοκληρώθηκε, σύμφωνα με τη σημείωση τέλους, τον Δεκέμβριο του 1949. Αυτό σημαίνει ότι τον Ιούνιο του 1949, όταν άρχισε η τμηματική δημοσίευση στο περιοδικό της Θεσσαλονίκης Μορφές, το έργο ήταν ημιτελές. Μετά τη δημοσίευση της τελευταίας συνέχειας (Μάρτιος 1950) κυκλοφόρησε αυτοτελώς στη διάρκεια του ίδιου έτους, χωρίς όνομα τυπογράφου, ως ανατύπωση. Το εξώφυλλο σχεδίασε ο χαράκτης Γιάννης Σβορώνος, μια μεγάλη μορφή της ελληνικής χαρακτικής. Στο κάτω μέρος του εξωφύλλου διαβάζουμε: «Το σχέδιο εχάραξε εις ένδειξιν φιλίας ο Γιάννης Σβορώνος». Στο πάνω μέρος το διακοσμητικό πλαίσιο διακόπτεται από ένα αερόστατο. Τον τίτλο Πραγματογνωσία ακολουθεί ο υπότιτλος: «Κείμενο σε συνέχεια». Κεντρικό κόσμημα του εξωφύλλου είναι ένα χέρι που κρατά φτερό γραφής. Το βιβλίο αποτελείται από 80 σελίδες (η σ. 5 έχει αρίθμηση 1). Τα τυπογραφικά λάθη της πρώτης έκδοσης είναι πάρα πολλά, ασυνήθιστα πολλά για έκδοση εκείνης της περιόδου. Τα κυριότερα παροράματα καταγράφονται στις τελευταίες δύο σελίδες. Το έργο αποτελείται από 24 κεφάλαια, με αρίθμηση Α'-ΚΔ'.

Σε μία διαλυμένη από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, την Κατοχή και τον Εμφύλιο χώρα, όπου τίποτα δεν έχει μείνει όρθιο, ο συγγραφέας συνθέτει ένα κείμενο που μοιάζει και αυτό να αποτελεί προϊόν διάλυσης και κατακερματισμού. Ιστορικές αναφορές, επιμέρους εικόνες, βιβλιογραφικές παραπομπές και άλλες παρατηρήσεις, που φαινομενικά δεν έχουν σχέση μεταξύ τους, δημιουργούν ένα ψηφιδωτό, μια νέα ενιαία εικόνα που φέρνει τη λογοτεχνία πιο κοντά στον κόσμο που όλοι γνωρίζουμε. Για να το καταφέρει όμως αυτό ο Πεντζίκης, απομακρύνεται συνειδητά από τον παραδοσιακό στην εποχή του τρόπο γραφής και από τις μεγάλες σχολές της λογοτεχνίας του 19ου αιώνα και των αρχών του εικοστού. Απομάκρυνση τόσο βίαιη λογοτεχνικά, που θα μπορούσε να δημιουργήσει ακόμη και παρεξηγήσεις άλλου τύπου: όπως ότι η ανατρεπτική του γραφή αγγίζει τα όρια της τρέλας ή της απόλυτης ιδιορρυθμίας. Ο ποιητής Τάκης Βαρβιτσιώτης, συνεργάτης και ο ίδιος των Μακεδονικών Ημερών, του Κοχλία και των Μορφών, σε συζήτησή μας τον χαρακτήρισε «τρελή ιδιοφυΐα».

Οι αναγνώστες του έργου, όταν πρωτοκυκλοφόρησε, θα πρέπει να ένιωσαν αμήχανοι με το πλήθος αναφορών σε πρόσωπα και πράγματα και με τις συνεχόμενες σελίδες που θύμιζαν αποσπάσματα από σημειωματάρια. Στη σελίδα 28 βρίσκουμε αναφορές στην άλωση της Θεσσαλονίκης από τους Σαρακηνούς, στον Καμενιάτη, στο Ολοκαύτωμα, τον Βιργίλιο και την Αινειάδα, στον Τζόυς. Στη σελίδα 51 ο συγγραφέας αναφέρεται στον Τσέχωφ, στον Κνουτ Χάμσουν, στον Πτωχοπρόδρομο, στον Ραμπελαί, στον Καβάφη, στους αγιορείτες μοναχούς, στον Ρίλκε, στους Αγγέλους και τις Ασώματες δυνάμεις.

Στην Πραγματογνωσία το βλέμμα του αφηγητή μετατοπίζεται διαρκώς. Ο συγγραφέας εμπνέεται από τη θάλασσα, τον έρωτα, τις καθημερινές σκηνές και τις κοινωνικές συναντήσεις στους δρόμους της πόλης, από έναν γάμο ή μια κηδεία, από την ανάγνωση βιβλίων και εφημερίδων, από το θέατρο και τον κινηματογράφο, από τις επισκέψεις του στο Άγιο Όρος, από την ορθόδοξη χριστιανική παράδοση. Αυτό το σύνολο των μικρών ψηφίδων προβάλλεται ως η ίδια η ζωή της πόλης. Η Θεσσαλονίκη είναι οι άνθρωποι που την αποτελούν, οι πράξεις τους και ό,τι άλλο συμβαίνει στο παρόν, αλλά μαζί με αυτά και η ιστορική της μνήμη, η οποία επίσης αποτελείται από ένα σύνολο συγκεκριμένων γεγονότων. Αν και δεν πρόκειται ακριβώς για συνειρμική γραφή αλλά για καταγραφές ετερόκλητης προέλευσης, σε αρκετά σημεία οι συνειρμοί έχουν τον πρώτο λόγο. Ένα παράδειγμα (σ. 35): «Η καϋμένη η κυρία Ευμορφίδου νέα σχετικώς. Όλο φοβόταν πως ο άντρας της θα τη σκότωνε, όμως μόνη της διαφεύγοντας την επιτήρηση, πήγε κι' έπεσε στην κρύα θάλασσα. Εφέτος ο χειμώνας πήρε πολλούς. Στο σπίτι λίγο παραπάνω έφυγαν, μετά το θάνατο του άντρα από συγκοπή, μετοίκισαν για πιο οικονομικά. Αλλά ο νοικοκύρης δεν έχασε ούτε μια μέρα ενοίκιο. Αμέσως τώδωκε σ' άλλους που το ζήτησαν το διαμέρισμα νεοφερμένοι. Θαυμάζει κι' απορεί η ηλικιωμένη κυρία: στον κόσμο τί γίνεται, φεύγουν κι' έρχονται. Ξεχνάς τους παληούς και γνωρίζεις νέους».

Το 1977 κυκλοφόρησε στη Θεσσαλονίκη (εκδ. ΑΣΕ Α.Ε.) μια νέα έκδοση της Πραγματογνωσίας, με εξώφυλλο που φιλοτέχνησε ο συγγραφέας. Προστίθενται άλλα επτά κείμενα, ενώ είναι διαφορετικός και ο τίτλος του βιβλίου: Πραγματογνωσία και άλλα επτά κείμενα μυθοπλασίας γεωγραφικής. Στο εισαγωγικό σημείωμα διαβάζουμε: «Η αναχείρας έκδοση παρουσιάζει το αυτό κείμενο με πολλές βασικές διορθώσεις. Το ΚΔ' τελευταίο κεφάλαιο του κειμένου ξαναγράφηκε ολόκληρο, δίχως όμως καμιά ουσιαστική αλλαγή του αρχικού νοήματος».

Δεν ξέρω αν έχει γραφτεί άλλο πεζό κείμενο αυτής της ποιότητας και αυτής της πυκνότητας στη νεότερη Θεσσαλονίκη. Αλλά, αν γράφτηκε, πιθανότατα προέρχεται από τον ίδιο συγγραφέα. Η Πραγματογνωσία πρέπει να διαβαστεί με προσήλωση, με απόλυτη συγκέντρωση, επειδή δεν μπορεί ίσως να διαβαστεί με άλλον τρόπο. Όμως και πάλι το έργο, παρά τη μεγάλη λογοτεχνική του αξία, είναι πιθανό να φανεί σε πολλούς αναγνώστες αδιάφορο ή ακατανόητο. Η δυσκολία, κατά τη γνώμη μου, δεν έγκειται στο κείμενο καθεαυτό, που είναι και κατανοητό και ενδιαφέρον, αλλά στις προσδοκίες που συνήθως συνοδεύουν την ανάγνωση ενός πεζογραφήματος. 

Διονύσης Στεργιούλας


[περ. Καρυοθραύστις, τχ. 8-9, Θεσσαλονίκη, Νοέμβριος 2021, σ. 311-314 /

Στήλη «Με ένστικτο επιβίωσης | Βιβλία που άντεξαν στον χρόνο»]


11 Νοε 2021

Η Βέροια του Γιάννη Καισαρίδη

[Γιάννης Καισαρίδης, Ώρες αιώρες, Διηγήματα, Eκδόσεις Κέδρος, Αθήνα, 2021]



Η Βέροια του Γιάννη Καισαρίδη είναι ένα ολόκληρο λογοτεχνικό σύμπαν. Οι ανθρώπινες ιστορίες που καταγράφει φέρνουν μαζί τους εικόνες πολέμων, συγκρούσεων, εμμονών, αδιεξόδων, θανάτων, αλλά παραμένουν ανθρώπινες. Ο βίος συνδέεται άρρηκτα με τον θάνατο, η ζωή είναι μια πορεία προς τον θάνατο, αλλά και μια πορεία της οποίας προηγείται ο θάνατος. Και ταυτόχρονα τη συνοδεύει. Και ο λογοτέχνης δεν μπορεί να τα αγνοεί όλα αυτά, αν ενδιαφέρεται σοβαρά για την τέχνη του. Στο βιβλίο του Καισαρίδη άνθρωποι του μόχθου περπατούν στους ίδιους δρομους με την Κική Δημουλά, τον Νίκο Πεντζίκη, τον Δημήτριο Βικέλα και γίνονται όλοι μαζί τμήματα του πίνακα που εικονίζει την πόλη με τη μεγάλη παράδοση. Οι βυζαντινοί της ναοί με τις ωραίες τοιχογραφίες παρακολουθούν βουβοί την ιστορία να περνά από μπροστά τους και ενώ όλα παρέρχονται και παλιώνουν η τέχνη τους παραμένει νέα. Οι ιστορίες στις οποίες ο πεζογράφος εστιάζει το βλέμμα του, αν και έρχονται από μακριά, κρύβουν στον πυρήνα τους αλήθειες διαχρονικές, που δεν χρειάζονται περαιτέρω ανάλυση ή εκτενείς περιγραφές. Το ανθρώπινο δράμα παραμένει ακριβώς το ίδιο από όποια γωνία και αν το παρατηρεί ο θεατής. Όπως και στα κείμενα των ευαγγελίων, αυτό που λείπει από το βιβλίο είναι το χαμόγελο, το γέλιο, η εξωτερικευμένη χαρά. Συναντάμε όμως σε αρκετά πρόσωπα μια εσωτερική ικανοποίηση, που οφείλεται στο ότι παραμένουν πιστοί και συνεπείς στον εαυτό τους, στο ότι παραμένουν πλάνητες και δεν γίνονται δορυφόροι.

Αγνή Αγγελούδη 


9 Αυγ 2021

Χάικου στην ελληνική γλώσσα

[Με αφορμή το βιβλίο του Γιώργου Ρούσκα, Χοϊκά, Χάικου και Δεπέλλιχοι συν δύο δοκίμια, Εκδόσεις Κοράλλι, Αθήνα 2021.]


Στο νέο του βιβλίο Χοϊκά ο Γιώργος Ρούσκας ψάχνει το νήμα ή τη μυστική διαδρομή που μπορεί να συνδέσει το γιαπωνέζικο χάικου με την ελληνική γλώσσα και την ελληνική ποίηση. Σε έναν κατατοπιστικό πρόλογο δίνει συνοπτικές πληροφορίες για την ιστορία και τη δομή του χάικου, καθώς και για τις προσπάθειες ελλήνων ποιητών, όπως του Γιώργου Σεφέρη, να εκφραστούν μέσω της συγκεκριμένης μορφής ποιήματος. Επιχειρηματολογώντας ο συγγραφέας υπέρ του μικρού σε έκταση έργου και της μικρής στροφής θυμίζει τα λόγια του Απολλωνίου του Τυανέως στο ποίημα του Καβάφη «Απολλώνιος ο Τυανεύς εν Ρόδω»:

«Εγώ δε ες ιερόν»

είπεν ο Τυανεύς στο τέλος «παρελθών

πολλώ αν ήδιον εν αυτώ μικρώ

όντι άγαλμα ελέφαντός τε και χρυσού

ίδοιμι ή εν μεγάλω κεραμεούν τε και φαύλον.»

Το απόσπασμα του Φιλόστρατου μεταφράζει ο Γ. Π. Σαββίδης ως εξής: «Εγώ, περνώντας από κάποιον ναό, πολύ πιο ευχαρίστως θα έβλεπα μέσα του – και ας ήταν μικρός – ένα άγαλμα χρυσελεφάντινο, παρά σε μεγάλο ναό ένα πήλινο και ευτελές.»

Στη συνέχεια ο ποιητής παραθέτει μία σειρά δικών του χάικου με θεματολογία σχετική με τις λέξεις, τη φύση, τις ανθρώπινες σχέσεις, τον έρωτα, αλλά και με στοχασμούς για τη ζωή και τον θάνατο.

Στο δεύτερο μέρος του βιβλίου προχωρά ένα βήμα πιο πέρα, όπως διαπιστώνουμε από το κείμενο με τίτλο «Δεπέλλιχος». Μιλά για «διαμορφισμό» μεταξύ του «ελληνικού δεκαπεντασύλλαβου» στίχου και του δεκαεπτασύλλαβου χάικου, που χαρακτηρίζονται από την ίδια δύναμη και πυκνότητα.

Και μία δική μου παρατήρηση, που προέκυψε διαβάζοντας τα δύο δοκίμια του Γιώργου Ρούσκα: Πολλοί από τους στίχους των επών του Ομήρου διαβάζονται (με τον σημερινό τρόπο προσωδίας) ως 17σύλλαβοι. Ως παράδειγμα αναφέρω τον πρώτο στίχο της Ιλιάδας και τον πρώτο στίχο της Οδύσσειας:

Μῆνιν ἄειδε θεὰ Πηληϊάδεω Ἀχιλῆος

(1ος στίχος Ιλιάδας)

Ἄνδρα μοι ἔννεπε, Μοῦσα, πολύτροπον, ὃς μάλα πολλὰ

(1ος στίχος Οδύσσειας)

Εξάλλου και οι Νίκος Καζαντζάκης και Ιωάννης Κακριδής επέλεξαν τον 17σύλλαβο στη συνεργασία τους για την απόδοση της Ιλιάδας και της Οδύσσειας στα νέα ελληνικά:

Τη μάνητα, θεά, τραγούδα μας του ξακουστού Αχιλλέα

(1ος στίχος Ιλιάδας)

Τον άντρα, Μούσα, τον πολύτροπο τραγούδα μου, που πλήθος

(1ος στίχος Οδύσσειας)

Η συλλογή εικονογραφείται με σχέδια της Νεφέλης-Μαρίνας Ρούσκα, όπως και στο προηγούμενο βιβλίο του ποιητή. Τα ωραία αυτά σχέδια, που αναπαριστούν κυρίως εικόνες της φύσης, συνυπάρχουν αρμονικά με το περιεχόμενο των ποιημάτων. Δ.Σ.




31 Ιουλ 2021

Έλσα Κορνέτη: Ημερολόγιο φιλοσοφικής ήττας

Αποσπάσματα από το βιβλίο της Έλσας Κορνέτη, Ημερολόγιο φιλοσοφικής ήττας / Σκέψεις και αφορισμοί για κάθε μελλοντική ποίηση, Εκδόσεις Κουκούτσι, Σειρά et cetera?, Αθήνα 2013.


10 

Όλοι οι κάκτοι είναι στο βάθος τρυφεροί.


18 

Μακάρι να ήταν ο κόσμος ιδανικός, αλλά σ' ένα ιδανικό κόσμο θα πέθαιναν οι άνθρωποι από πλήξη. Ας ζήσουμε καλύτερα στον ιδανικό κόσμο της φαντασίας μας όπου κανείς δεν κινδυνεύει.


19 

Ο ελαφρά σκεπτόμενος άνθρωπος έχει την ανατομία του φελλού. Πάντα επιπλέει. Ποτέ δεν βουλιάζει. Ο σκεπτόμενος έχει την ανατομία του βράχου. Στο τέλος πάντα βυθίζεται.


30

Ο ανεμοστρόβιλος της ζωής σαρώνει πρώτα το σώμα ή το πνεύμα;


35

Αν θέλουμε να μιλήσουμε για μια πραγματική ανατροπή, τότε θα πρέπει τα ψάρια να μπούνε στα κλουβιά και τα πουλιά στα ενυδρεία.


38

Πόσο συχνά έχεις την αίσθηση ότι είσαι ένα ανθρώπινο παζλ. Διαλύεσαι σε χίλια κομμάτια. Όταν όμως επανασυναρμολογείσαι λείπει πάντα ένα.


55

Όταν βλέπεις από μακριά τα γαϊδουράγκαθα σαν τριαντάφυλλα. Αυτό αποστρέφομαι.


56

Ο πολιτισμός της βραδύτητας είναι ο αντίποδας στη βαρβαρότητα της ταχύτητας. Με απλά λόγια: κινήσου με αργούς ρυθμούς. Αλλιώς δεν προλαβαίνεις να ζήσεις.


81

Έχεις άγνοια τελικά γι' αυτό που είσαι, γι' αυτό που θέλεις. Η επιτάχυνση της εποχής δεν σε αφήνει να μάθεις. Έχεις μάθει να θέλεις αυτό που θέλουν οι πολλοί. Οι περαστικοί. Οι βιαστικοί. Οι Άλλοι.


158

Σε δύο μόνον περιπτώσεις η πολυθραυσματική μας ύπαρξη γίνεται άρρηκτη και συμπαγής. Όταν αγαπάμε κι όταν ονειρευόμαστε.


246

Δεν υπάρχει τίποτα για να φοβηθείς εκτός από εσένα τον ίδιο.


253

Αληθινά δυνατός είναι όποιος κατέχει την επίγνωση και αποδοχή της ευθραυστότητάς του.


294

Πετυχημένος στο διαδίκτυο. Αποτυχημένος στη ζωή.


295

Μέσα κοινωνικής δικτύωσης: ναρκωτικά νέας γενιάς.


401

Ένας άνθρωπος που γράφει είναι ένας άνθρωπος που ανακουφίζεται. Σπανίως γνωρίζει την πηγή του πόνου του. Συνήθως γράφει για έναν άγνωστο πόνο.


420

Προσεγγίζοντας την τελειότητα το μόνο που κατορθώνεις είναι να μεγιστοποιήσεις τον φθόνο. Για ν' αγαπηθείς θα σε συμβούλευα να επενδύσεις στην ατέλεια.


430

Μια μεγάλη απώλεια που δεν απασχολεί πλέον κανέναν κάτοικο της πόλης: η μυρωδιά του χώματος μετά την βροχή.


538

Η αμετροέπεια επιτρέπεται μόνον στην αγάπη.


556

Αλήθεια, ποιος είναι ο άρρωστος τελικά; Ο καταθλιπτικός που είναι ανίκανος να δομήσει το μέλλον ή ο μη καταθλιπτικός που είναι ικανός να δομήσει το μέλλον, αλλά ανίκανος να ζήσει το παρόν;


562

Το πιο πετυχημένο τηλεκατευθυνόμενο παιχνίδι της εποχής λέγεται ηλεκτρονικός αποπροσανατολισμός. Εκτροπή της κατεύθυνσης της προσοχής στο μη ουσιώδες.


565

Η μοναδική άνοδος δείκτη που θα σώσει τον κόσμο θα είναι αυτή της συναισθηματικής νοημοσύνης της ανθρωπότητας.


567

Τις επιδημιολογικές μελέτες του μέλλοντος θ' απασχολήσουν όλες οι καχεκτικές αγάπες.


568

Να μην αργήσεις στο ραντεβού με τον εαυτό σου.


569

Τελικά δεν είναι το παραμύθι που ντύνει τη ζωή αλλά η ζωή το παραμύθι.



24 Μαρ 2021

Κείμενα για την επανάσταση του 1821

Ανήμερα της επετείου συμπλήρωσης δύο αιώνων από την έναρξη της ελληνικής επανάστασης, την Πέμπτη 25 Μαρτίου 2021, ώρα 9 μ.μ. (και σε επανάληψη την Κυριακή 28.3.2021 στις 2 μμ.), ο ποιητής-δημοσιογράφος Στέλιος Λουκάς πραγματοποιεί ένα πνευματικό οδοιπορικό στα οράματα και τα θαύματα του 1821, στο πλαίσιο της εκπομπής «Στη Γη της Μακεδονίας», που προβάλλεται από τη συχνότητα της Δημοτικής Τηλεόρασης Θεσσαλονίκης (TV100) και εντάσσεται σε έναν ευρύτερο σχεδιασμό για τον εορτασμό της διακοσιετηρίδας, που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων και την καθημερινή προβολή ειδικών ολιγόλεπτων ενθέτων υπό τον τίτλο «1821 – Πρόσωπα και γεγονότα» & «1821 – Κείμενα και εκδόσεις», πάντοτε με τη δημοσιογραφική σφραγίδα του Στ. Λουκά.

Στην ωριαία αυτή εκπομπή θα ακουστούν ποιήματα και κείμενα σχετικά με τον εθνικό αγώνα για ανεξαρτησία. Συμμετέχουν οι συγγραφείς: Ζωή Σαμαρά, Τόλης Νικηφόρου, Γιώργος Χουλιάρας, Ηλίας Κουτσούκος, Δημήτρης Κόκορης, Κώστας Πλαστήρας, Θωμάς Κοροβίνης, Έλσα Κορνέτη, Γιώργος Θεοχάρης, Παναγιώτης Παυλέας, Χλόη Κουτσουμπέλη, Σάκης Σερέφας, Χρυσόστομος Σταμούλης, Διονύσης Στεργιούλας, Ευτυχία-Αλεξάνδρα Λουκίδου, Βικτωρία Καπλάνη, Δημήτρης Μπρούχος, Θεοδόσης Κυριακίδης, Στέλιος Κούκος, Έλενα Χουζούρη και Αλεξάνδρα Μυλωνά, ενώ ο Κώστας Σταμάτης μιλά για την ανθολογία Η Ποίηση της Ελληνικής Επανάστασης 1821, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη.

4 Φεβ 2021

Όσα ξεχάστηκαν, ζουν

[Βάλια Γκέντσου, Παραμύθια ανάποδα, εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα, 2020]


«Θεοί του πάνω κόσμου πείτε μου

    γιατί χορεύουμε με σκελετούς

    εκεί που το καλοκαίρι καλπάζει

    στα λευκά πλακάκια της κουζίνας;»


Τα ποιήματα της συλλογής Παραμύθια ανάποδα επιδέχονται διαφορετικές αναγνώσεις, αφού το περιεχόμενό τους χαρακτηρίζεται σε κάποιον βαθμό από πολυσημίες και υποκειμενικότητα. Ο προσεκτικός αναγνώστης ωστόσο θα διακρίνει ένα βαθύτερο, πιο αντικειμενικό επίπεδο περιεχομένου. Οι αναφορές στην παιδική ηλικία και σε συγκεκριμένα αντικείμενα και γεγονότα, που χαρακτηρίζουν ιδιαιτέρως τα πρώτα ποιήματα της συλλογής, δίνουν σταδιακά τη θέση τους σε ποιήματα που χτίζονται γύρω από έννοιες και ιδέες. Υπό αυτήν την έννοια η συλλογή μπορεί να χαρακτηριστεί και «αυτοβιογραφική», αφού ίσως περιγράφει την εξελικτική πορεία της σκέψης της ποιήτριας μέσα στον χρόνο. Η αισθητικά ισορροπημένη διατύπωση δείχνει ότι έχει προηγηθεί πολύχρονη ενασχόληση με την ποίηση και τη γραφή. Σε ορισμένα σημεία η κρυπτική έκφραση κάνει τον αναγνώστη να υποψιάζεται ότι η αφηγήτρια όχι μόνο έχει να πει πολλά, αλλά και να σιωπήσει για άλλα. Η συλλογή χαρακτηρίζεται από πραγματολογικό βάθος και από ένα μεγάλο απόθεμα σκέψεων, εικόνων και αναμνήσεων, από το οποίο η ποιήτρια αντλεί την πρώτη ύλη.

Γεγονότα που σχεδόν ξεχάστηκαν έρχονται στο παρόν με ό,τι έχει επιβιώσει από αυτά και προκαλούν συναισθήματα αντιστρόφως ανάλογα της χρονικής τους απόστασης. Το αποτύπωμά τους μοιάζει να ορίζει τις συντεταγμένες του παρόντος, άλλοτε δείχνοντας διέξοδο και άλλοτε χτίζοντας τείχη. Το αποτύπωμα αυτό καταγράφεται ακόμη σε σχέση με τα σημάδια του στο σώμα και με τη διαμόρφωση του εσωτερικού τοπίου. Το πρώτο και το δεύτερο πρόσωπο, που συχνά χρησιμοποιούνται, θυμίζουν προφορικό λόγο και φανερώνουν την ανάγκη για εξομολόγηση και για ευθεία επικοινωνία. Αν και η αφηγήτρια φαίνεται ότι μιλά κυρίως στον εαυτό της, αυτό δεν την απομακρύνει από τον ευαίσθητο αναγνώστη, που ίσως θα συνδέσει τα συγκεκριμένα βιώματα με στιγμές της δικής του ζωής.

Αγνή Αγγελούδη